Ακρωτήριο Ταίναρο ή Κάβο Ματαπάς είναι το νοτιότερο άκρο της ηπειρωτικής Ελλάδας και της Βαλκανικής χερσονήσου,(και το δεύτερο της Ευρώπης, με μικρή διαφορά, από το Γιβραλτάρ). Για να φθάσετε μέχρι τον φάρο υπάρχει μόνο ένα μονοπάτι και χρειάζεται να περπατήσετε περίπου 40 λεπτά. Είναι η φυσική συνέχεια του Ταΰγετου προς τα Νότια και βρίσκεται ανάμεσα του Λακωνικού και του Μεσσηνιακού κόλπου, για αυτό και οι Δωριείς όταν έφτασαν εδώ, του έδωσαν το όνομα “Μεταπέα Άκρα”, δηλαδή ακρωτήριο που βρίσκεται ανάμεσα σε δύο θάλασσες (Λακωνικός και Μεσσηνιακός κόλπος), από όπου προέρχεται και η ονομασία Κάβο Ματαπάς όπως αναφέρεται από την εποχή της Φραγκοκρατίας. Το όνομά του οφείλεται στον επώνυμο μυθικό ήρωα και οικιστή Ταίναρον ,γιο του Δία που έκτισε την ομώνυμη πόλη Ταίναρο επί του ισθμού της Ακρωταινάριας χερσονήσου. Το ακρωτήριο Ταίναρο στην αρχαιότητα λεγόταν και “Ποσείδιον”. Το Ταίναρο ή Ακροταίναρο, είναι μια περιοχή που αναφέρεται διαρκώς από τότε που πρωτογράφτηκε στον Ομηρικό Ύμνο για τον Απόλλωνα. Ο χώρος κατ’ αρχάς ήταν αφιερωμένος στο θεό Ήλιο, (όπως αναφέρεται στον Ομηρικό ύμνο στον Απόλλωνα) του οποίου τα αναρίθμητα πρόβατα με τα δασύτριχα μαλλιά έβοσκαν εκεί ελεύθερα. Εδώ είχαν σταματήσει θαυμάζοντας το θέαμα των προβάτων, οι Κρήτες της Κνωσού, ταξιδεύοντας προς την Πύλο, τους οποίους ο θεός Απόλλων προόριζε για ιερείς στο ιερό του στους Δελφούς.
Οι πύλες του Άδη
Πολλοί αρχαιολόγοι διατύπωσαν την άποψη ότι στο Ταίναρο υπήρχε Μαντείο, ενώ η φήμη του Ταινάρου οφείλεται σύμφωνα με τον Πλούταρχο στο γεγονός ότι εκεί υπήρχε ονομαστό “Ψυχοπομπείο”, από όπου κατέβαιναν οι “ταχυδρόμοι” και έπαιρναν τον μακάβριο βαρκάρη για τον κάτω κόσμο! (Ταχυδρόμοι ήταν οι νεκροί). Εδώ οι αρχαίοι πρόγονοί πίστευαν ότι βρισκόταν μία από τις πύλες του Άδη που τις φρουρούσε ο τερατώδης και τρομερός τρικέφαλος και χαλκόφωνος σκύλος Κέρβερος. Από το Ταίναρο κατέβηκε ο Ηρακλής στον κάτω κόσμο και έφερε τον Κέρβερο στην γη κατά τον τελευταίο του άθλο. Επίσης από εκεί κατέβηκε και ο Ορφέας για να φέρει πίσω την αγαπημένη του σύζυγο Ευρυδίκη από τα σκοτάδια του Άδη στο φως,, ενώ εκεί κρύφτηκε και ο Σπαρτιάτης Παυσανίας, ο Άρπαλος που έκλεψε τους θησαυρούς του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Οι ντόπιοι υποστήριζαν ότι η λέξη Κριτήρι, που λέγεται για το Ακροταίναρο, δεν σημαίνει Ακρωτήρι, αλλά Κριτήριο των Ψυχών ή Ανώτατο Δικαστήριο.Αυτό είναι και μία από τις εκδοχές για το από πού έλκει το όνομά της η Μάνη. Από τη λατινική λέξη manes, που σημαίνει ψυχή.
Γύρω από τον όρμο απλώνεται τμήμα του οικισμού των Ταιναρίων, που παρουσιάζει μεγάλο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον. Πρόκειται για οικοδομήματα, χτισμένα σε οριζόντια επίπεδα, με τα μεγαλύτερα τμήματά τους λαξευμένα στους βράχους, που ακολουθούν τη φυσική κλίση του λόφου. Στην πλειονότητά τους έχουν δύο ορόφους, εσωτερική σκάλα ενώ εξωτερικά επικοινωνούν με επίπεδα και μεγάλα σκαλοπάτια που φέρουν αποχετευτικά αυλάκια στο πλάι. Οι αναρίθμητες στέρνες που βρίσκονται στον αρχαίο οικισμό φαίνεται ότι έλυναν το πρόβλημα ύδρευσης, καθώς η περιοχή υπήρξε άνυδρη από την Αρχαιότητα και γι’ αυτό το λιμανάκι το ονόμασαν Πόρτο-Στέρνες. Από επιγραφές και από πληροφορίες των συγγραφέων (Παυσανίας, Στράβων, Σκύλαξ, Αργοναυτικά) προκύπτει ότι στο Ταίναρο βρισκόταν ο ναός του Ταινάριου Ποσειδώνα, ο οποίος λατρευόταν ιδιαίτερα από τους Λάκωνες και αποτέλεσε κέντρο του “Κοινού των Ελευθερολακώνων” επί σειρά αιώνων. Μέσα σε μια σπηλαιώδη εσοχή του βράχου, που σήμερα οι τοπικοί ψαράδες βάζουν τα σύνεργά τους, βρισκόταν ο ναός του Ποσειδώνα.
Σύμφωνα με τις ιδιόμορφες λατρευτικές συνήθειες των Λακεδαιμονίων, ο Ταινάριος Ποσειδώνας έπρεπε να έχει το ιερό του σε άδυτο, σε σκοτεινό σπηλαιώδη χώρο. Ο ναός του Ποσειδώνα, βρίσκεται λίγο πιο πέρα από το ερειπωμένο εκκλησάκι του Ασωμάτου (αναφέρεται και ως Αγίων Ασωμάτων), για τη κατασκευή του οποίου χρησιμοποιήθηκαν υλικά από τον αρχαίο ναό. Πλησιάζοντας το βλέπεις ξεκάθαρα, αφού ανακατωμένα με αδούλευτες πέτρες και πολύ συνδετικό υλικό συναντάς κομμάτια από αρχαίο μάρμαρο, καλοδουλεμένο. Μονάχα ο βόρειος τοίχος της εκκλησίας είναι ολόκληρος χτισμένος οικοδομικά με καλοδουλεμένα ορθογώνια λιθάρια. Περίπου 500μ. από το ναό του Ποσειδώνα και εντός του χώρου της αρχαίας πόλης Ταίναρος σώζεται διακοσμητικό ψηφιδωτό από δάπεδο οικίας της Ελληνιστικορωμαϊκής εποχής (1ου αι. μ.Χ.), αποκαλούμενο “Άστρο της Αριάς”. Ψηφιδωτό εσωτερικού οικίας, σχεδόν άθικτο, μαρτυρά τον πλούτο μιας άλλης εποχής και αποτελείται από πήλινες ψηφίδες και απεικονίζει κύκλους. Ο πρώτος περιβάλλεται από κυματόσπειρα, ενώ ο δεύτερος, ομόκεντρος, αποτελεί τον πυρήνα του ψηφιδωτού.
Η αρχαιότατη πόλη Ταίναρο ήταν χτισμένη στη προκλασική εποχή, γύρω από το ναό του Ήλιου, ο οποίος βρισκόταν μέσα στο άδυτο σπήλαιό του και είχε πηγή με νερό. Αργότερα, στους κλασικούς Ελληνικούς χρόνους έγινε ναός του Ποσειδώνα. Επίσης, σύμφωνα με τον Παυσανία , στην περιοχή υπήρχε και μια θαυμαστή πηγή που είχε την ιδιότητα να δείχνει σε όσους την κοιτούσαν λιμάνια και πλοία. Αυτή η ιδιότητα έπαψε όταν μια γυναίκα ξέπλυνε μέσα σ’ αυτή ένα μιασμένο ένδυμα. Λόγω της στρατηγικής θέσης της, η αρχαία πόλη άκμασε από 300 έως 150 π.Χ., αλλά ήταν γνωστό ότι είναι ένα πολύ επικίνδυνο μέρος, γεμάτο από μισθοφόρους και ιερόδουλες. Στη μια πλευρά του όρμου οι λαξευμένοι βράχοι μαρτυρούν ότι εκεί υπήρχε αρχαίο καρνάγιο μικρών πλοιαρίων (νεώσοικοι). Στην απέναντι πλευρά του όρμου διακρίνεται η επίσης λαξευμένη στον βράχο τάφρος καθόδου προς το ψυχοπομπείο, που πιθανότατα ήταν πολύ σκοτεινή διαθέτοντας σκέπαστρο. Κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, οι Βρετανοί κέρδισαν εδώ το 1941 μια σημαντική ναυμαχία κατά των Ιταλών. Το ακρωτήριο βρίσκεται επί της διαδρομής της μετανάστευσης των πουλιών με προορισμό την Αφρική.
Ο φάρος
Ο φάρος δεσπόζει στο φημισμένο Κάβο Ματαπά όπως το λένε οι ναυτικοί, το Ακρωτήριο Ταίναρο που λογχίζει τη Μεσόγειο. Κατασκευάστηκε από τους Γάλλους στα 1882 και λειτούργησε για πρώτη φορά το 1887. Ο τετράγωνος πύργος του, ύψους 16 μέτρων, στέφεται ακόμη από τον διώροφο μεταλλικό κλωβό με τον φωτιστικό μηχανισμό και το περιστροφικό διοπτρικό. Η πρώτη ανακαίνιση του φάρου έγινε στα 1930. Στα χρόνια της Κατοχής έπαψε να λειτουργεί και στα 1950, μετά τη δεύτερη ανακαίνιση, φιλοξενούσε 3 φαροφύλακες. Από το 1984 ο φάρος έπαυσε να είναι επιτηρούμενος. Από τότε εγκαταστάθηκε νέο αυτόματο φωτιστικό μηχάνημα με εμβέλεια 22 ν. μίλια, το οποίο λειτουργεί με ηλιακή ενέργεια. Οι λιθόκτιστοι τοίχοι του είναι εξωτερικά επιχρισμένοι, ενώ μαρμάρινοι και εμφανείς είναι οι γωνιακοί λίθοι, το γείσο, το στηθαίο του κτίσματος τα τοξωτά των παραθύρων και των εισόδων.